Ο Στέφανος στάθηκε στην μπαλκονόπορτα του σαλονιού, έκανε πέρα την κουρτίνα και κοίταξε έξω. Μαύρα βαριά σύννεφα ταξίδευαν σκοτεινιάζοντας στον Απριλιάτικο ουρανό. Οι κορφές των δέντρων εκεί απέναντι στο παρκάκι λύγιζαν από τον δυνατό άνεμο.
Άπλωσε το χέρι του και άνοιξε μια σταλιά την συρόμενη πόρτα αλλά το δυνατό σφύριγμα του αέρα που εισέβαλε τινάζοντας την κουρτίνα προς τα πάνω τον ανάγκασε να την κλείσει. Έτριψε τις παλάμες του για να τις ζεστάνει. Κρύωνε.
«Ξαναχειμώνιασε απριλιάτικα!» μονολόγησε.
Δεν μπόρεσε ταυτόχρονα να μη χαμογελάσει με πίκρα καθώς αναλογίστηκε ότι για δεύτερη χρονιά τώρα στα πενήντα δύο του πια, θα περνούσε τις πασχαλιάτικες αυτές μέρες μόνος.
Μα πως τα κατάφερε έτσι; Εκείνος απομακρύνθηκε από τους δικούς του ή μήπως εκείνοι των απέβαλαν; Μάλλον και τα δυο.
Μα πως τα κατάφερε έτσι; Εκείνος απομακρύνθηκε από τους δικούς του ή μήπως εκείνοι των απέβαλαν; Μάλλον και τα δυο.
«Μα γιατί μας καβαλάει ο διάολος εμάς τους άνδρες και μας πιάνει αυτή η τρέλα όταν πλησιάζουμε τα πενήντα;»
Πόσες φορές την έκανε αυτή την σκέψη και πόσες φορές η απάντηση που έδινε στον εαυτό του ήταν: «Η σεξουαλική ανασφάλεια βεβαίως!»
Απέδιδε την διάλυση της οικογένειάς του στις δραστηριότητες που του επέβαλε το κάτω του κεφάλι! «Τουλάχιστον έχω επίγνωση της ευθύνης μου!» Καμάρωνε κι από πάνω!
Οι δυο έφηβοι πια γιοί του δεν ήθελαν ούτε στο τηλέφωνο να του μιλήσουν. Τα κακόμοιρα τα παιδιά, ένα πρωινό άθελα τους τον έπιασαν στα πράσα σε κατάσταση που κανένα παιδί δεν θα ήθελε να δει τον πατέρα του και μάλιστα μέσα στο ίδιο τους το σπίτι, με την γυναίκα που υποτίθεται ότι φρόντιζε για την καθαριότητα του σπιτιού τους.
Η γυναίκα του η Λητώ, στην αρχή αντιμετώπισε πιο ψύχραιμα το πρόβλημα, όταν όμως έμαθε ότι αυτή η κατάσταση κρατούσε αρκετό καιρό του ζήτησε με αποφασιστικότητα να φύγει από το σπίτι. Τι να κανε; Έφυγε.
Πάνε τώρα περίπου δυο χρόνια που ο Στέφανος ζούσε ολομόναχος σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Παγκράτι που το νοίκι του μετά βίας το πλήρωνε μιας και εκτός από τα οικογενειακά του προβλήματα, έμεινε και χωρίς δουλειά. Η διαφημιστική εταιρεία που δούλευε εδώ και δέκα πέντε χρόνια έκλεισε και πενήντα άνθρωποι μείναν άνεργοι, στο δρόμο χωρίς καμιά αποζημίωση.
Με τα ελάχιστα χρήματα που έπαιρνε από το ταμείο ανεργίας, προσπαθούσε να πληρώνει το ενοίκιο. Για τα κοινόχρηστα ούτε που ασχολιόταν γιατί δεν του περίσσευαν, αφού μεγάλο μέρος του έτσι κι αλλιώς πενιχρού και προσωρινού εισοδήματος του, έφευγε στο νέο του πάθος. Το πιοτό!
Ήδη τώρα πέντε το απόγευμα και είχε πιει μισό μπουκάλι βότκα αλλά δεν ένιωθε να τον πιάνει πια το αλκοόλ.
Μια καμπάνα ακούστηκε να χτυπάει από την διπλανή εκκλησία που τόσο καιρό που έμενε εκεί, ούτε που ήξερε σε ποιο ιερό πρόσωπο ήταν αφιερωμένη, αλλά και δεν τον ενδιέφερε κιόλας.
«Μα γιατί χτυπάει η καμπάνα;» αναρωτήθηκε «Κοίτα να δεις πως κατάντησα!» μονολόγησε. «Δεν έχω και σε ποιόν να τηλεφωνήσω για να ρωτήσω αν είναι καμιά γιορτή σήμερα! Χα χα χα»
Γέλασε χωρίς όμως να του φανεί αστείο, αφού ήξερε πως δεν μπορούσε να τηλεφωνήσει έτσι κι αλλιώς γιατί ούτε το σταθερό αλλά ούτε το κινητό του λειτουργούσαν. Ήταν κομμένα.
Πήγε στην μικροσκοπική κουζίνα, που στο τραπεζάκι της είχε το μπουκάλι με την βότκα, το πήρε, και ρούφηξε μια γερή γουλιά από το άχρωμο υγρό.
Μόρφασε από το κάψιμο στον οισοφάγο κοιτάζοντας το ημερολόγιο που κρεμόταν πλάι του στον τοίχο, την στιγμή που ξανακούστηκε η καμπάνα από την διπλανή εκκλησία.
«Εντεκα Απριλίου! Μεγάλη Πέμπτη. Λέει εδώ!» φώναξε σκουπίζοντας τα χείλη του με την παλάμη. «Για φαντάσου! Μεθαύριο έχουμε Πάσχα που να πάρει η ευχή!»
Δεν ήταν βέβαια ποτέ από κείνους που νοιάζονταν για τις γιορτές, τους αγίους, τους εκκλησιασμούς και τα συναφή, αλλά τώρα χωρίς να ξέρει το γιατί πήγε βιαστικά στο υπνοδωμάτιο του που μύριζε κλεισούρα -αφού σπάνια το άνοιγε να αεριστεί- άνοιξε στην στενή εντοιχισμένη ντουλάπα και παραμερίζοντας δυο τρία κουστούμια που είχε από τις καλές εποχές έβγαλε μια κρεμάστρα με το παλτό του. Το καμηλό παλτό του. Το ξεκρέμασε. Πήγε στο σαλόνι όπου είχε καλύτερο φως το έπιασε με τα δυο χέρια από τούς ώμους το άπλωσε μπροστά του και το καμάρωσε.
«Τι όμορφο! Τι χρώμα!» Είπε καμαρώνοντας το.
Του ήρθαν τότε εικόνες από τις φορές που με την Λητώ και τα παιδιά τους πηγαίνανε Χριστουγεννιάτικες διακοπές ή για ψώνια και εκείνη πάντα όταν ο καιρός ήταν κρύος του ζητούσε να φοράει τούτο το παλτό. Ήταν δώρο δικό της.
«Σου δίνει κύρος, έτσι ψηλός και λεβέντης που είσαι!» του έλεγε με κείνο το ζεστό της χαμόγελο.
«Τι ηλίθιος θεέ μου!» μονολόγησε «Σκατά τα κανα!»
Μόλις άκουσε και πάλι την καμπάνα της εκκλησιάς, κοίταξε έξω απ΄την μπαλκονόπορτα τον καιρό. Λες και ήταν καταχείμωνο. Τα σκούρα σύννεφα έτρεχαν σαν κάτι να τα καλούσε να πάνε επειγόντως κάπου. Ο αέρας λύγιζε τα δέντρα στο παρκάκι απέναντι.
Με αποφασιστικότητα πήγε στον μοναδικό καναπέ που διέθετε το σαλονάκι του, άπλωσε με προσοχή το καμηλό παλτό στην πλάτη του και πήγε με γρήγορα βήματα πάλι στο δωμάτιό του. Διάλεξε το σκούρο μπλε του κουστούμι, ένα άσπρο πουκάμισο και μια μπλέ- κόκκινη ριγέ γραβάτα. Φόρεσε ένα ζευγάρι μαύρα παπούτσια που ούτε θυμόταν πια από πότε είχε να τα φορέσει. Ήταν τα καλά του παπούτσια. Πήγε στον καθρέφτη του μπάνιου και κοιτάχτηκε. Νόμισε ότι έβλεπε τον παλιό εαυτό του αν εξαιρούσε τα κάπως κοκκινισμένα από το αλκοόλ μάτια του.
Πήγε στο σαλόνι, πήρε το καμηλό παλτό το φόρεσε και αμέσως ένιωσε την θαλπωρή που του έδινε η ποιότητα του υφάσματος. Του φάνηκε μάλιστα ότι λίγο από το άρωμα της Λητώς του χάιδεψε τα ρουθούνια.
Πήρε τα κλειδιά του, και πήγε προς την κουζίνα να πιει άλλη μια γουλιά οινόπνευμα. Ξεβίδωσε το καπάκι του μπουκαλιού, αλλά καθώς το βλέμμα του έπεσε στο μανίκι του παλτού του, κάτι τον έκανε να στρίψει το καπάκι προς την αντίθετη μεριά. Άφησε το μπουκάλι στο τραπέζι και βγήκε. Κλείδωσε την εξώπορτα πίσω του και κατέβηκε στο ισόγειο από τις σκάλες.
Σαν βγήκε έξω, κρύος βοριάς τον χτύπησε στο πρόσωπο και του έκοψε την ανάσα. Είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει πια και οι διαβάτες στον δρόμο πήγαιναν κουκουλωμένοι με κασκόλ και μπουφάν. Μερικοί τον κοίταζαν παράξενα και λίγο επίμονα. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι ίσως να ήταν ο μόνος σε κείνη την περιοχή τουλάχιστον που κυκλοφορούσε με μακρύ καμηλό παλτό.
Η καμπάνα της εκκλησίας ακουγόταν τώρα πιο δυνατά αφού βρισκόταν λίγα μέτρα από το προαύλιο της.
Όταν πλησίασε αρκετά είδε πολύ κόσμο - ηλικιωμένους κυρίως - να στέκονται εκεί στην είσοδο του ναού καθώς δε χωρούσαν να μπουν μέσα προφανώς.
Μια γριούλα στεκόταν ακουμπισμένη σε μια κολόνα και έκανε συνέχεια τον σταυρό της λες και ήταν κάποια άσκηση γυμναστικής. Την πλησίασε με ευγένεια και την ρώτησε:
«Ποίος ναός είναι αυτός κυρία;»
Εκείνη τον κοίταξε για λίγο με απορία λες την ρώτησε για την θεωρία της σχετικότητας! Το χέρι με το οποίο σταυροκοπιόταν έμεινε μετέωρο εκεί στο ύψος του μετώπου και του είπε απαξιωτικά:
«Μα του Αγίου Σπυρίδωνος! Ποιου άλλου!» είπε και συνέχισε το εν είδει άσκησης σταυροκόπημά της!
Από μέσα έρχονταν οι ψαλμωδίες που τις έπαιρνε ο βοριάς και τις σκόρπιζε στην κρύα νύχτα.
Ο Στέφανος σήκωσε τα φαρδιά πέτα του παλτού του για να προστατευτεί από τον παγωμένο αέρα και ετοιμάστηκε να φύγει όταν ακούστηκε από μέσα από τον ναό πεντακάθαρα μια μπάσα στεντόρεια φωνή να ψέλνει:
«Σήμερον κρεμάται επί ξύλου.......»
Την ίδια στιγμή είδε έναν κοντό, μικροκαμωμένο άνδρα που φορούσε ένα τριμμένο μπλε σακάκι με γκρι καλοκαιρινό παντελόνι και ένα πουκαμισάκι από μέσα, να στέκεται λίγο πιο πέρα με τα δυο χέρια στις τσέπες τουρτουρίζοντας από το κρύο.
Τα αραιά του μαλλιά τα ανακάτευε ο άνεμος, αλλά το βλέμμα του ήταν καρφωμένο πάνω στον Στέφανο. Είχε κάτι το βλέμμα αυτό που έκανε τον Στέφανο να θέλει να τον πλησιάσει. Όταν έφτασε στα δυο περίπου βήματα, διαπίστωσε ότι ήταν ίσως το πιο άσχημο ανθρώπινο πλάσμα που είχε δει ποτέ του.
Το στόμα του ήταν τόσο μικρό που τα δόντια δεν χωρούσαν μέσα και καβαλούσαν το ένα τ' άλλο και εξείχαν από τα χείλη του. Η μύτη ήταν γαμψή και δυσανάλογα μεγάλη, με κάτι αυτιά μικροσκοπικά και στενά κολλημένα στο κρανίο που ήταν σαν να μην υπάρχουν. Τα μάτια του είχαν καθοδικό σχήμα και τον κοιτούσαν. Το βλέμμα του είχε μια περίεργη ένταση που έκανε τον Στέφανο να νιώθει παράξενα.
Τώρα πραγματικά, το κρύο με το πέσιμο και της νύχτας, είχε γίνει αφόρητο. Ο μικροκαμωμένος άνθρωπος στην κυριολεξία έτρεμε. Τα δόντια του ακούγονταν να χτυπούν σαν καστανιέτες. Ο άνθρωπος θα πρέπει να υπέφερε πολύ...
«Σήμερον κρεμάται επι ξύλου...» ακούστηκε από τους ψάλτες του ναού και ο Στέφανος εκείνη την στιγμή θυμήθηκε τον μακαρίτη τον πατέρα του που κάποτε του είχε πει:
«Ο Παράδεισος και η Κόλαση είναι εδώ. Αν δεις κάποιον να κρυώνει ενώ εσύ φοράς παλτό, και βγάλεις να του το δώσεις, αυτό που θα νιώσεις είναι ο Παράδεισος!»
Αμέσως χωρίς ούτε καν να το σκεφτεί, βγάζει το παλτό του με βιαστικές κινήσεις και πλησιάζοντας τον πανάσχημο άνθρωπο απέναντί του, χωρίς να βγάλει λέξη, έριξε το τεράστιο καμηλό παλτό στους ώμους του μικροσκοπικού ανθρώπου και έφυγε τρέχοντας σχεδόν.
Όταν έφτασε σε κάποια απόσταση σταμάτησε και γύρισε να κοιτάξει πίσω του. Ο ανθρωπάκος στεκόταν στο ίδιο ακριβώς σημείο που τον είχε αφήσει. Η εικόνα του ήταν αστεία με κείνο το πελώριο ύφασμα που ήταν ριγμένο πάνω του και σερνόταν χάμω. Όμως ο Στέφανος ήταν βέβαιος ότι ο ανθρωπάκος είχε σταματήσει να τρέμει από το κρύο.
Μέσα του ένιωσε σαν να ήπιε μια γουλιά από το καλύτερο, το πιο γλυκόπιοτο κρασί στον κόσμο, αφού παρά το κρύο και χωρίς το παλτό να τον προστατεύει, ένιωθε μια υπέροχη ζεστασιά!
«Είχε δίκιο τελικά ο μπαμπάς! Εδώ είναι ο Παράδεισος!» είπε φωναχτά τρομάζοντας μια κοπελίτσα που περνούσε δίπλα του.
Με ελαφρύ τρεχαλητό έφτασε στην πολυκατοικία του ανέβηκε στο διαμέρισμά του, άναψε το φως του σαλονιού και στάθηκε εκεί καταμεσής του δωματίου χωρίς να ξέρει τι να κάνει. Είχε τέτοια ενεργητικότητα μέσα του που κάπως έπρεπε να την διοχετεύσει. Πήγε στην κουζίνα όπου αναπαυόταν το μπουκάλι της βότκας. Το κοίταξε για μια στιγμή και το πήρε στα χέρια του. Ξεβίδωσε το καπάκι και προχώρησε στον νεροχύτη όπου και άδειασε όσο είχε απομείνει. Η μυρωδιά του αλκοόλ του έφερε αναγούλα. Άνοιξε την βρύση και άφησε το νερό να ξεπλύνει το ποτό από το νεροχύτη.
Εκείνη την στιγμή χτύπησε η πόρτα. Όχι το κουδούνι. Η πόρτα! Τρία χτυπήματα στην πόρτα. Απορημένος άφησε το άδειο μπουκάλι στον πάγκο και πήγε να ανοίξει.
Δεν ήταν κανείς έξω! Το φως των κοινοχρήστων ήταν σβηστό, όπως και τα λαμπάκι του ασανσέρ.
«Ποιος;» Φώναξε Καμιά απάντηση.
Έκανε να πάει προς τις σκάλες αλλά τα πόδια του μπλέχτηκαν σε κάτι που ήταν στο δάπεδο μπροστά από την πόρτα του.
Πάτησε το κουμπί που άναβε το φως στο κλιμακοστάσιο και ξαφνιασμένος βλέπει ότι στεκόταν πάνω στο καμηλό παλτό του που ήταν αφημένο και διπλωμένο με φροντίδα, μπροστά στην πόρτα του.
Έσκυψε το σήκωσε, και ξαναφώναξε:
«Ποιος είναι;» Τίποτα! Κανείς!
Απορημένος γύρισε μπήκε μέσα και έκλεισε πίσω του την πόρτα. Πήγε στο σαλόνι, και άπλωσε το καμηλό παλτό στην ράχη του καναπέ, όπως είχε κάνει νωρίτερα. Κάθισε στην μοναδική πολυθρόνα, που είχε απέναντι από την τηλεόραση. Την άναψε και έπεσε στην ΕΤ3 που αναμετέδιδε την θεία λειτουργία της Μεγάλης Πέμπτης από κάποιο ναό. Ακούει πάλι τον ψαλμό:
«Σήμερον κρεμάται επι ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας........»
Κάτι πάνω στο παλτό όμως, τράβηξε το βλέμμα του. Σηκώθηκε, και πήγε στον καναπέ όπου το είχε απλωμένο. Το πήρε στα χέρια του και το περιεργάστηκε. Κοίταξε στο εσωτερικό του, και εκεί στην φόδρα στην δεξιά μεριά στο ύψος που αντιστοιχούσε κάτω από το στέρνο, υπήρχε μια κατακόκκινη κηλίδα. Μια κηλίδα για την οποίαν δεν είχε καμιά αμφιβολία τι ήταν. Έφερε διστακτικός το ύφασμα στη μύτη του και μύρισε.
Πράγματι!Ήταν αίμα! Και μάλιστα φρέσκο! Μα πως; Να μαχαίρωσε κανείς το ανθρωπάκι εκεί στην εκκλησία; Το ύφασμα όμως ήταν άθικτο. Πως δημιουργήθηκε η πληγή; Το πιο παράξενο ήταν ότι έμοιαζε σαν το αίμα να ρέει ακόμη αργά- αργά. Σταγόνα- σταγόνα!
«Λόγχη εκεντήθη ο υιός της παρθένου...» συνέχιζε η ψαλμωδία από την αναμετάδοση της λειτουργίας και τότε το μάτι του Στέφανου έπεσε σε μια εικόνα στο ναό που έδειχνε έναν Ρωμαίο να τρυπάει με λόγχη το δεξί πλευρό του Εσταυρωμένου Ιησού από όπου έτρεχε αίμα ακριβώς όπως το έβλεπε τώρα στη φόδρα του καμηλό παλτού του.
«Μα είναι δυνατόν;» φώναξε λες και ήθελε κάποιον να πείσει για κάτι. «Ο κοντούλης; Μπα! Τρίχες! Δε γίνονται αυτά τα πράγματα!» είπε με έμφαση.
Χτύπησε το τηλέφωνο. Απλήρωτο μεν αλλά κλήσεις μπορούσε να δέχεται. Κρατώντας ακόμη το παλτό που η φόδρα του μάτωνε αργά- αργά, πήγε και σήκωσε το τηλέφωνο.
«Ναι;» είπε διστακτικά
«Στέφανε; Η Λητώ είμαι.»
Κόντεψε να του φύγει το τηλέφωνο από τα χέρια από την χαρά του που άκουγε την γλυκιά αυτή φωνή μετά από τόσο καιρό.
«Λητώ;» είπε συγκινημένος «Εσύ είσαι;»
«Εγώ Στέφανε μου! Εγώ! Είπαμε με τα παιδιά να κάνουμε Πάσχα όλοι μαζί σαν οικογένεια που είμαστε. Τι λες;»
Τι να πει! Δε μπορούσε τίποτα να πει. Έκλαιγε! Και όσο κυλούσαν τα δάκρυα χαράς του τόσο μίκραινε η κηλίδα αίματος στο μέσα μέρος του παλτού, ώσπου στέρεψε κι αυτή όταν στέρεψαν τα δάκρυα του.
Ούτε αιμάτινη κηλίδα ούτε ίχνος πόνου υπήρχαν πια!
Μόρφασε από το κάψιμο στον οισοφάγο κοιτάζοντας το ημερολόγιο που κρεμόταν πλάι του στον τοίχο, την στιγμή που ξανακούστηκε η καμπάνα από την διπλανή εκκλησία.
«Εντεκα Απριλίου! Μεγάλη Πέμπτη. Λέει εδώ!» φώναξε σκουπίζοντας τα χείλη του με την παλάμη. «Για φαντάσου! Μεθαύριο έχουμε Πάσχα που να πάρει η ευχή!»
Δεν ήταν βέβαια ποτέ από κείνους που νοιάζονταν για τις γιορτές, τους αγίους, τους εκκλησιασμούς και τα συναφή, αλλά τώρα χωρίς να ξέρει το γιατί πήγε βιαστικά στο υπνοδωμάτιο του που μύριζε κλεισούρα -αφού σπάνια το άνοιγε να αεριστεί- άνοιξε στην στενή εντοιχισμένη ντουλάπα και παραμερίζοντας δυο τρία κουστούμια που είχε από τις καλές εποχές έβγαλε μια κρεμάστρα με το παλτό του. Το καμηλό παλτό του. Το ξεκρέμασε. Πήγε στο σαλόνι όπου είχε καλύτερο φως το έπιασε με τα δυο χέρια από τούς ώμους το άπλωσε μπροστά του και το καμάρωσε.
«Τι όμορφο! Τι χρώμα!» Είπε καμαρώνοντας το.
Του ήρθαν τότε εικόνες από τις φορές που με την Λητώ και τα παιδιά τους πηγαίνανε Χριστουγεννιάτικες διακοπές ή για ψώνια και εκείνη πάντα όταν ο καιρός ήταν κρύος του ζητούσε να φοράει τούτο το παλτό. Ήταν δώρο δικό της.
«Σου δίνει κύρος, έτσι ψηλός και λεβέντης που είσαι!» του έλεγε με κείνο το ζεστό της χαμόγελο.
«Τι ηλίθιος θεέ μου!» μονολόγησε «Σκατά τα κανα!»
Μόλις άκουσε και πάλι την καμπάνα της εκκλησιάς, κοίταξε έξω απ΄την μπαλκονόπορτα τον καιρό. Λες και ήταν καταχείμωνο. Τα σκούρα σύννεφα έτρεχαν σαν κάτι να τα καλούσε να πάνε επειγόντως κάπου. Ο αέρας λύγιζε τα δέντρα στο παρκάκι απέναντι.
Με αποφασιστικότητα πήγε στον μοναδικό καναπέ που διέθετε το σαλονάκι του, άπλωσε με προσοχή το καμηλό παλτό στην πλάτη του και πήγε με γρήγορα βήματα πάλι στο δωμάτιό του. Διάλεξε το σκούρο μπλε του κουστούμι, ένα άσπρο πουκάμισο και μια μπλέ- κόκκινη ριγέ γραβάτα. Φόρεσε ένα ζευγάρι μαύρα παπούτσια που ούτε θυμόταν πια από πότε είχε να τα φορέσει. Ήταν τα καλά του παπούτσια. Πήγε στον καθρέφτη του μπάνιου και κοιτάχτηκε. Νόμισε ότι έβλεπε τον παλιό εαυτό του αν εξαιρούσε τα κάπως κοκκινισμένα από το αλκοόλ μάτια του.
Πήγε στο σαλόνι, πήρε το καμηλό παλτό το φόρεσε και αμέσως ένιωσε την θαλπωρή που του έδινε η ποιότητα του υφάσματος. Του φάνηκε μάλιστα ότι λίγο από το άρωμα της Λητώς του χάιδεψε τα ρουθούνια.
Πήρε τα κλειδιά του, και πήγε προς την κουζίνα να πιει άλλη μια γουλιά οινόπνευμα. Ξεβίδωσε το καπάκι του μπουκαλιού, αλλά καθώς το βλέμμα του έπεσε στο μανίκι του παλτού του, κάτι τον έκανε να στρίψει το καπάκι προς την αντίθετη μεριά. Άφησε το μπουκάλι στο τραπέζι και βγήκε. Κλείδωσε την εξώπορτα πίσω του και κατέβηκε στο ισόγειο από τις σκάλες.
Σαν βγήκε έξω, κρύος βοριάς τον χτύπησε στο πρόσωπο και του έκοψε την ανάσα. Είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει πια και οι διαβάτες στον δρόμο πήγαιναν κουκουλωμένοι με κασκόλ και μπουφάν. Μερικοί τον κοίταζαν παράξενα και λίγο επίμονα. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι ίσως να ήταν ο μόνος σε κείνη την περιοχή τουλάχιστον που κυκλοφορούσε με μακρύ καμηλό παλτό.
Η καμπάνα της εκκλησίας ακουγόταν τώρα πιο δυνατά αφού βρισκόταν λίγα μέτρα από το προαύλιο της.
Όταν πλησίασε αρκετά είδε πολύ κόσμο - ηλικιωμένους κυρίως - να στέκονται εκεί στην είσοδο του ναού καθώς δε χωρούσαν να μπουν μέσα προφανώς.
Μια γριούλα στεκόταν ακουμπισμένη σε μια κολόνα και έκανε συνέχεια τον σταυρό της λες και ήταν κάποια άσκηση γυμναστικής. Την πλησίασε με ευγένεια και την ρώτησε:
«Ποίος ναός είναι αυτός κυρία;»
Εκείνη τον κοίταξε για λίγο με απορία λες την ρώτησε για την θεωρία της σχετικότητας! Το χέρι με το οποίο σταυροκοπιόταν έμεινε μετέωρο εκεί στο ύψος του μετώπου και του είπε απαξιωτικά:
«Μα του Αγίου Σπυρίδωνος! Ποιου άλλου!» είπε και συνέχισε το εν είδει άσκησης σταυροκόπημά της!
Από μέσα έρχονταν οι ψαλμωδίες που τις έπαιρνε ο βοριάς και τις σκόρπιζε στην κρύα νύχτα.
Ο Στέφανος σήκωσε τα φαρδιά πέτα του παλτού του για να προστατευτεί από τον παγωμένο αέρα και ετοιμάστηκε να φύγει όταν ακούστηκε από μέσα από τον ναό πεντακάθαρα μια μπάσα στεντόρεια φωνή να ψέλνει:
«Σήμερον κρεμάται επί ξύλου.......»
Την ίδια στιγμή είδε έναν κοντό, μικροκαμωμένο άνδρα που φορούσε ένα τριμμένο μπλε σακάκι με γκρι καλοκαιρινό παντελόνι και ένα πουκαμισάκι από μέσα, να στέκεται λίγο πιο πέρα με τα δυο χέρια στις τσέπες τουρτουρίζοντας από το κρύο.
Τα αραιά του μαλλιά τα ανακάτευε ο άνεμος, αλλά το βλέμμα του ήταν καρφωμένο πάνω στον Στέφανο. Είχε κάτι το βλέμμα αυτό που έκανε τον Στέφανο να θέλει να τον πλησιάσει. Όταν έφτασε στα δυο περίπου βήματα, διαπίστωσε ότι ήταν ίσως το πιο άσχημο ανθρώπινο πλάσμα που είχε δει ποτέ του.
Το στόμα του ήταν τόσο μικρό που τα δόντια δεν χωρούσαν μέσα και καβαλούσαν το ένα τ' άλλο και εξείχαν από τα χείλη του. Η μύτη ήταν γαμψή και δυσανάλογα μεγάλη, με κάτι αυτιά μικροσκοπικά και στενά κολλημένα στο κρανίο που ήταν σαν να μην υπάρχουν. Τα μάτια του είχαν καθοδικό σχήμα και τον κοιτούσαν. Το βλέμμα του είχε μια περίεργη ένταση που έκανε τον Στέφανο να νιώθει παράξενα.
Τώρα πραγματικά, το κρύο με το πέσιμο και της νύχτας, είχε γίνει αφόρητο. Ο μικροκαμωμένος άνθρωπος στην κυριολεξία έτρεμε. Τα δόντια του ακούγονταν να χτυπούν σαν καστανιέτες. Ο άνθρωπος θα πρέπει να υπέφερε πολύ...
«Σήμερον κρεμάται επι ξύλου...» ακούστηκε από τους ψάλτες του ναού και ο Στέφανος εκείνη την στιγμή θυμήθηκε τον μακαρίτη τον πατέρα του που κάποτε του είχε πει:
«Ο Παράδεισος και η Κόλαση είναι εδώ. Αν δεις κάποιον να κρυώνει ενώ εσύ φοράς παλτό, και βγάλεις να του το δώσεις, αυτό που θα νιώσεις είναι ο Παράδεισος!»
Αμέσως χωρίς ούτε καν να το σκεφτεί, βγάζει το παλτό του με βιαστικές κινήσεις και πλησιάζοντας τον πανάσχημο άνθρωπο απέναντί του, χωρίς να βγάλει λέξη, έριξε το τεράστιο καμηλό παλτό στους ώμους του μικροσκοπικού ανθρώπου και έφυγε τρέχοντας σχεδόν.
Όταν έφτασε σε κάποια απόσταση σταμάτησε και γύρισε να κοιτάξει πίσω του. Ο ανθρωπάκος στεκόταν στο ίδιο ακριβώς σημείο που τον είχε αφήσει. Η εικόνα του ήταν αστεία με κείνο το πελώριο ύφασμα που ήταν ριγμένο πάνω του και σερνόταν χάμω. Όμως ο Στέφανος ήταν βέβαιος ότι ο ανθρωπάκος είχε σταματήσει να τρέμει από το κρύο.
Μέσα του ένιωσε σαν να ήπιε μια γουλιά από το καλύτερο, το πιο γλυκόπιοτο κρασί στον κόσμο, αφού παρά το κρύο και χωρίς το παλτό να τον προστατεύει, ένιωθε μια υπέροχη ζεστασιά!
«Είχε δίκιο τελικά ο μπαμπάς! Εδώ είναι ο Παράδεισος!» είπε φωναχτά τρομάζοντας μια κοπελίτσα που περνούσε δίπλα του.
Με ελαφρύ τρεχαλητό έφτασε στην πολυκατοικία του ανέβηκε στο διαμέρισμά του, άναψε το φως του σαλονιού και στάθηκε εκεί καταμεσής του δωματίου χωρίς να ξέρει τι να κάνει. Είχε τέτοια ενεργητικότητα μέσα του που κάπως έπρεπε να την διοχετεύσει. Πήγε στην κουζίνα όπου αναπαυόταν το μπουκάλι της βότκας. Το κοίταξε για μια στιγμή και το πήρε στα χέρια του. Ξεβίδωσε το καπάκι και προχώρησε στον νεροχύτη όπου και άδειασε όσο είχε απομείνει. Η μυρωδιά του αλκοόλ του έφερε αναγούλα. Άνοιξε την βρύση και άφησε το νερό να ξεπλύνει το ποτό από το νεροχύτη.
Εκείνη την στιγμή χτύπησε η πόρτα. Όχι το κουδούνι. Η πόρτα! Τρία χτυπήματα στην πόρτα. Απορημένος άφησε το άδειο μπουκάλι στον πάγκο και πήγε να ανοίξει.
Δεν ήταν κανείς έξω! Το φως των κοινοχρήστων ήταν σβηστό, όπως και τα λαμπάκι του ασανσέρ.
«Ποιος;» Φώναξε Καμιά απάντηση.
Έκανε να πάει προς τις σκάλες αλλά τα πόδια του μπλέχτηκαν σε κάτι που ήταν στο δάπεδο μπροστά από την πόρτα του.
Πάτησε το κουμπί που άναβε το φως στο κλιμακοστάσιο και ξαφνιασμένος βλέπει ότι στεκόταν πάνω στο καμηλό παλτό του που ήταν αφημένο και διπλωμένο με φροντίδα, μπροστά στην πόρτα του.
Έσκυψε το σήκωσε, και ξαναφώναξε:
«Ποιος είναι;» Τίποτα! Κανείς!
Απορημένος γύρισε μπήκε μέσα και έκλεισε πίσω του την πόρτα. Πήγε στο σαλόνι, και άπλωσε το καμηλό παλτό στην ράχη του καναπέ, όπως είχε κάνει νωρίτερα. Κάθισε στην μοναδική πολυθρόνα, που είχε απέναντι από την τηλεόραση. Την άναψε και έπεσε στην ΕΤ3 που αναμετέδιδε την θεία λειτουργία της Μεγάλης Πέμπτης από κάποιο ναό. Ακούει πάλι τον ψαλμό:
«Σήμερον κρεμάται επι ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας........»
Κάτι πάνω στο παλτό όμως, τράβηξε το βλέμμα του. Σηκώθηκε, και πήγε στον καναπέ όπου το είχε απλωμένο. Το πήρε στα χέρια του και το περιεργάστηκε. Κοίταξε στο εσωτερικό του, και εκεί στην φόδρα στην δεξιά μεριά στο ύψος που αντιστοιχούσε κάτω από το στέρνο, υπήρχε μια κατακόκκινη κηλίδα. Μια κηλίδα για την οποίαν δεν είχε καμιά αμφιβολία τι ήταν. Έφερε διστακτικός το ύφασμα στη μύτη του και μύρισε.
Πράγματι!Ήταν αίμα! Και μάλιστα φρέσκο! Μα πως; Να μαχαίρωσε κανείς το ανθρωπάκι εκεί στην εκκλησία; Το ύφασμα όμως ήταν άθικτο. Πως δημιουργήθηκε η πληγή; Το πιο παράξενο ήταν ότι έμοιαζε σαν το αίμα να ρέει ακόμη αργά- αργά. Σταγόνα- σταγόνα!
«Λόγχη εκεντήθη ο υιός της παρθένου...» συνέχιζε η ψαλμωδία από την αναμετάδοση της λειτουργίας και τότε το μάτι του Στέφανου έπεσε σε μια εικόνα στο ναό που έδειχνε έναν Ρωμαίο να τρυπάει με λόγχη το δεξί πλευρό του Εσταυρωμένου Ιησού από όπου έτρεχε αίμα ακριβώς όπως το έβλεπε τώρα στη φόδρα του καμηλό παλτού του.
«Μα είναι δυνατόν;» φώναξε λες και ήθελε κάποιον να πείσει για κάτι. «Ο κοντούλης; Μπα! Τρίχες! Δε γίνονται αυτά τα πράγματα!» είπε με έμφαση.
Χτύπησε το τηλέφωνο. Απλήρωτο μεν αλλά κλήσεις μπορούσε να δέχεται. Κρατώντας ακόμη το παλτό που η φόδρα του μάτωνε αργά- αργά, πήγε και σήκωσε το τηλέφωνο.
«Ναι;» είπε διστακτικά
«Στέφανε; Η Λητώ είμαι.»
Κόντεψε να του φύγει το τηλέφωνο από τα χέρια από την χαρά του που άκουγε την γλυκιά αυτή φωνή μετά από τόσο καιρό.
«Λητώ;» είπε συγκινημένος «Εσύ είσαι;»
«Εγώ Στέφανε μου! Εγώ! Είπαμε με τα παιδιά να κάνουμε Πάσχα όλοι μαζί σαν οικογένεια που είμαστε. Τι λες;»
Τι να πει! Δε μπορούσε τίποτα να πει. Έκλαιγε! Και όσο κυλούσαν τα δάκρυα χαράς του τόσο μίκραινε η κηλίδα αίματος στο μέσα μέρος του παλτού, ώσπου στέρεψε κι αυτή όταν στέρεψαν τα δάκρυα του.
Ούτε αιμάτινη κηλίδα ούτε ίχνος πόνου υπήρχαν πια!
«Προσκυνούμεν σου τα Πάθη, Χριστέ. Δείξον ημίν και την ένδοξον Αναστασίν σου.» Τέλειωνε η ψαλμωδία!
Ο Στέφανος δε μίλησε ποτέ σε κανέναν για το περιστατικό με τον μικρόσωμο κακάσχημο άνθρωπο εκεί έξω από τον ναό εκείνη την Μεγάλη Πέμπτη. Αρκεί που το ήξεραν οι δυό τους.
Όποιος και να ήταν, όπου και να βρισκόταν ο καθένας τους.
Θα έλεγε όμως στα παιδιά αυτό που είχε πει ο πατέρας του σε κείνον:
«Ο Παράδεισος και η Κόλαση είναι εδώ. Αν δεις κάποιον να κρυώνει ενώ εσύ φοράς παλτό, και βγάλεις να του το δώσεις, αυτό που θα νιώσεις είναι ο Παράδεισος!»
ΤΕΛΟΣ
Αναμένοντας την Ανάσταση Του εύχομαι σε όλους σας να έχετε την ευλογία Του και να είστε πάντα καλά στην υγεία σας και να χαίρεστε τις οικογένειες σας. |
Καλό Πάσχα Φίλες και Φίλοι μου και σας ευχαριστώ για όσα μου προφέρετε
Από τις πιο όμορφες ιστορίες που έχω διαβάσει, πόσο απλά μου φάνηκαν όλα ! Σταματάς για λίγο να κοιτάς τον εαυτό σου και βλέπεις γύρω σου, δίνεις κομμάτια σου στους άλλους και τότε ανοίγουν οι ουρανοί της ψυχής και είναι ξεκάθαρο πως το αντάλλαγμα θα είναι η αγάπη, η συγχώρεση, η αγκαλιά! Μα δεν χρειαζόμαστε και κάτι άλλο για να ανθίσει η ελπίδα μέσα μας!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είσαι καλά Χριστόφορε
Να περάσεις ένα όμορφο Πάσχα με τους αγαπημένους σου !
Νάσαι καλά και να μας δόσεις πάντα της ωραίες διηγήσεις σου!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό Πάσχα, Χριστόφορε…
Με τον τρόπο που σε διακρίνει Χριστόφορε, έδωσες τη σημασία όχι μόνο των ημερών μα ολάκερης της ζωής..
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν πιστεύω μόνο στην κατάνυξη.. την πολλές φορές επιβεβλημένη των ημερών μα στο νόημα το ουσιαστικό που μας έδωσες!
Να είσαι καλά!
Καλή Ανάσταση!Με υγεία στους δικούς σου και σ'εσένα!
Kαλέ μου Χριστόφορε πόσο όμορφη .και τι ωραία μας περιέγραψες την ιστορία αυτή που πιστεύω ο,τι ειναι και αληθινή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑληθινη με νόημα , και κυρίως μας διδάσκει το πως πρέπει να συγχωρούμε ,αλλά και να δλινουμε ευκαιείες στους ανθρώπους που αγαπάμε.
Να εισαι πάντα καλά εμείς σε ευχαριστούμε.
Εύχομαι ολόψυχα σε σένα και την οικογένειά σου ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!!
φιλια!!
Καλό Πάσχα φίλε μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕλπίζω να ξεκουραστεις και να γεμίσεις μπαταρίες..
Πολύ καλό !! Τρυφερό, δυνατό, συγκηνητικό !!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι φυσικά Πασχαλιάτικο !!
Το αριστοτεχνικά δεν το συζητώ !! Το 'χεις πάντα !!
Ίσως είμαι πολύ ευσυγκίνητη; Δεν ξέρω, αλλά η ιστορία σου μου έφερε δάκρυα.. όχι λύπης ή χαράς. Είναι αυτό το συναίσθημα που γεννιέται όταν νικά η αγάπη.. το νόημα της ζωής όπως έγραψε και η Αντιγόνη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘερμά σ΄ευχαριστώ για το θαυμάσιο κείμενο που μοιράστηκες μαζί μας.
Καλή Ανάσταση καλέ μου Χριστόφορε..
είπες και δίδαξες τόσα πολλά, Άρχοντά μου, μ' αυτή σου την ιστορία!
ΑπάντησηΔιαγραφήένα βλέμμα έξω από σένα, ένα χάδι, μια φροντίδα, μια γλυκιά κουβέντα και ο παράδεισος επί γης έρχεται...
να είσαι καλά, να περάσεις τούτες τις μέρες όπως τις ποθεί η ψυχή σου!
Αγαπημένε μου Χριστόφορε είναι από τις πιο ωραίες ιστορίες που έχω διαβάσει!!!Τρυφερή,συγκινητική με τόσα διδάγματα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτές τις μέρες σκεφτόμουν ότι λόγω φόρτου εργασίας,ρουτίνας δεν ένιωσα τις άγιες αυτές μέρες,με την ιστορία σου συγκινήθηκα,έκλαψα και ένιωσα αυτό το υπέροχο συναίσθημα της αγάπης.
Σ'ευχαριστώ καλέ μου φίλε.
Να'σαι καλά,καλή Ανάσταση σε σένα και στην οικογένεια σου.
@Φίλες και Φίλοι μου
ΑπάντησηΔιαγραφήΩς συνήθως αργώ να απαντήσω στα γενναιόδωρα σας σχόλια. Όμως με μεγάλη χαρά και ευγνωμοσύνη θα το κάνω μόλις απαλλαγώ από τις άλλες ανούσιες πλην όμως απαραίτητες υποχρεώσεις μου.
@Levina
ΑπάντησηΔιαγραφήΘαυμάσια τα λόγια σου Λεβίνα. Ακριβώς αυτά που υπογραμμίζεις ένιωθα καθώς έγραφα.
Εσύ να σαι καλά Λεβίνα και να έχεις ζεστασιά γύρω από κείνους που σε αγαπούν. Σε ευχαριστώ που ήρθες.
@Bitch Κι εσύ να έχεις πάντα την διάθεση να μας πλουτίζεις την ψυχή με τις όμορφες εικόνες σου.
Με υγεία και χαμόγελα να περάσεις τις ημέρες αυτές.
Γιαγιά Αντιγόνη
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντιγόνη....συναδέλφισσα, δεν μπορείς να φανταστείς πόσο χαίρομαι που γράφοντας μια απλή ιστορία - την οποίαν όμως ήθελα από μέρες να γράψω - βρέθηκαν αξιόλογοι άνθρωποι ωσάν του λόγου σου να την διαβάσουν και να με νιώσουν ανάμεσα από τις γραμμές.
Σου εύχομαι όλα τα καλά και όποιες δυσκολίες τυχόν υπάρχουν να απαλυνθούν και πολλές χαρούμενες φάτσες χαμογελαστές να σε περιτριγυρίζουν με την ζεστασιά τους.
@Tania
ΑπάντησηΔιαγραφήΤάνια μου όταν διαβάζω σχόλια σαν ετούτο το δικό σου αγαλιάζει η ψυχή μου που βρίσκομαι σε αυτήν την παρέα όπου ανταλλάσονται όμορφα και πολλές φορές σημαντικά πράγματα. Από τότε που μπήκα στην μπλογκοπαρέα έχω μάθει πολλά για την ζωή αλλά και πάρα πολλά εγκυκλοπαιδικής φύσης από φίλες σημαντικές σαν εσένα.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ κορίτσι μου με ελπίδες για ότι το καλύτερο.
@ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΕργατικέ σαν την μέλισσα φίλε, το ίδιο θα πρέπει να κάνεις κι εσύ που ησυχία δεν έχεις!
Καλό Πάσχα Στρατή σε σένα και όλη σου την οικογένεια.
@GIP
Ωραίο ρυθμό έχει το σχόλιο σου θα μπορούσε να γίνει και τραγουδι με μουσική λάτιν και ρυθμό μάμπο!
Ευχαριστώ ρε φίλε να μου φιλήσεις τα παιδιά. ΚΑΙ ΘΕΛΩ ΜΑ ΔΩ ΤΟΝ ΚΗΠΟ ΣΚΑΛΙΣΜΕΝΟ ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΑΣΧΑ!
@Margo
ΑπάντησηΔιαγραφήΘερμότατα σε ευχαριστώ για τα όμορφα λόγια που μου γράφεις. Αισθάνομαι ειλικρινά -με ταπεινότητα πάντα- μια ικανοποίηση γιατί ένιωσες όπως ένιωθα εγώ όταν το έγραφα.
Σε ευχαριστώ που ήρθες να με δεις και σου εύχομαι ολόψυχα Καλό Πάσχα Margo μου.
Υ.Γ
Επειδή είμαι και λίγο άσχετος με τα θέματα των υπολογιστών πες μου σε παρακαλώ τι ακριβώς είναι ο σύνδεσμος που βλέπω κάτω κάτω στην ανάρτηση και παραπέμπει σε σένα ή και σε άλλους φίλους και φίλες. Είναι κάτι που μπορώ να κάνω κι εγώ; Ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σου.
@ΛΥΧΝΟΣ ΚΑΙΟΜΕΝΟΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΤόσο όμορφα λόγια είναι σαν δώρο Πασχαλιάτικο. Όταν δε προέρχονται από ανθρώπους με πλούσια και αληθινά συναισθήματα το δώρο αυτό είναι ανεκτίμητο.
Δεν έχω λόγια να σε ευχαριστήσω. Να περάσεις όμορφα μέσα σε θαλπωρή κι αγάπη.
@Κυριακή
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ιστορία αυτή έχει τρία πραγματικά στοιχεία:
1. Η φράση του μακαρίτη του πατέρα μου σχετικά με τον παράδεισο και την κόλαση.
2. Το καμηλό παλτό που είχα κάποτε
3. Ο κακάσχημος ανθρωπάκος.
Αν το κείμενο κατόρθωσε να εισέλθει στην ψυχή σου όπως μου λες, τα φιλούθκια τα δικαιούμαι να μου τα στείλεις και μάλιστα σε πασχαλινή συσκευασία! χα χα χα
Ευχές πολλές μέσα από την καρδιά μου συμπατριώτισσα!
Να γιατί έμοιαζε αληθινή η ιστορία σου. Έχει και πραγματικά στοιχεία όπως γράφεις στην Κυριακή. Αλλά μήπως πολλοί άνθρωποι δεν έχουν βρεθεί στη θέση του ήρωα σου, του Στέφανου;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίχε δίκιο ο πατέρας με την συμβουλή του. Και ο Σταυρός και ο Γολγοθάς και η Ανάσταση είναι εδώ όπως ακριβώς ο Παράδεισος και η Κόλαση. Το διήγημα σου το δείχνει καθαρά σε όλες τις διαστάσεις.
Το τέλος του διηγήματος σου μου θύμισε κάτι που έχει γράψει ο Καρκαβίτσας: "Εκείνος που ελεεί φτωχό, δανείζει τον Θεό".
Να είσαι καλά Χριστόφορε μου, είχε λόγο που καθυστερούσε να επιδιορθωθεί ο σκληρός δίσκος.
Υγεία σε σένα και την οικογένεια σου.
Καλή Ανάσταση!
Με έκανες να κλάψω διαβάζοντας το Χριστόφορε..
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν έχω λόγια..
Σ ευχαριστώ!
Η Αγάπη είναι μόνον Πράξη. Και όποια μικρή ή μεγάλη Πράξη Αγάπης κάνουμε μας δίνει κομμάτι Παραδείσου. Ο Χριστός είναι στη θέση του ανθρώπου που περνάει δίπλα μας μόνος απελπισμένος ή εχθρικός, και η Αγάπη μπορεί ν αλλάξει τα πάντα!
Καλή Ανάσταση.
Χριστόφορέ μου, τι ΥΠΕΡΟΧΟ διήγημα!!! Η φράση που επέλεξες περικλείει το Θεό μέσα της!! Την ΑΓΑΠΗ, γιατί αυτό είναι ο Θεός, ούτε οι μεγάλοι σταυροί, ούτε οι φαρισσαϊσμοί.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ Χριστόφορέ μου και
ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ!!!
Να περάσετε όμορφα με τους αγαπημένους σου ανθρώπους!!!
Σας στέλνουμε οικογενειακώς τις ευχές και την αγάπη μας!!!
Νά μαι και εγώ!!!!!! μετα απο τόσες μέρες σιωπής Χριστόφορε.. ομοιοπαθεις ..ειμαστε εσύ ξερεις... να διαβάζω μία η ώρα την νύχτα...και να προσπαθώ να συγκρατησω το αίσθημα αυτό που σε κάνει να θές να αγκαλίασεις τον κόσμο γιατί υπάρχουν ακόμα Ανθρωποι...και δεν θα ειναι σίγουρα μονο στην φαντασία μας ..υπάρχουν και ειναι ανάμεσά μας... οπως έλεγε ό πατέρας ο Παράδεισος ειναι μέσα μας..αρκεί να τον ανακαλύψουμε..!!!! ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ.. με τους αγαπημενους σου.... θα τα λέμε τώρα ευτυχώς...μου λείψατε όλοι!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ συγκινητική αφήγηση Χριστόφορε!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτο πνεύμα των ημερών!
Εύχομαι σε σένα και στην οικογένεια σου, καλό Πάσχα με υγεία και χαρά!
Πολύ καλό! - είναι η γεύση της ανάγνωσης.
ΑπάντησηΔιαγραφή(Δε λέω εκπληκτικό για να προσπαθήσεις περισσότερο).
Με όμορφο μήνυμα που φανερώνεται αρχικά στη σκέψη σαν έκπληξη, μα καθώς διαβάζει κανείς μετουσιώνεται στην ουσία και εσωκλείνει μέσα του όλη την ιστορία.
Που τελικά βγάζει στο φως, τον σκληρό για τον ήρωα πρόλογο.
Μπράβο μικρούλη, άξιος :)
@marimar
ΑπάντησηΔιαγραφή""Εκείνος που ελεεί φτωχό, δανείζει τον Θεό".
Υπέροχο! Δεν χρειάζεται να σου γράψω τίποτα άλλο. Μου έδωσες πολλά με αυτήν την φράση του Καρκαβίτσα και με όσα γράφεις! Ακριβώς! ΥΓΕΙΑ να ευχηθούμε!
Ευχαριστώ πολύ!
@Ρεγγίνα
ΑπάντησηΔιαγραφήΒασίλισσα μου τούτα τα δάκρυά σου είναι πολύτιμα και νιώθω ευλογημένος.
Σε ευχαριστώ που τίμησες τον ταπεινό μου χώρο.
@Ροδούλα
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε όλη την καρδιά σας εύχομαι να είστε πάντα καλά. Σε ευχαριστώ για τα γενναιόδωρα λόγια της ψυχής σου! ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΕ ΌΛΟΥΣ ΣΑΣ με αγάπη!
@Ρούλα Σμαραγδένια
ΑπάντησηΔιαγραφήΟμοιοπαθή μου εσύ! Πολύ χαίρομαι που ξαναγύρισες. Τα όσα γράφεις για αυτά που ένιωσες μου δίνουν ικανοποίηση καθώς τούτο το διήγημα ήθελε με το στανιό να γραφτεί!
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ να έχετε όλοι σας και Υγεία το αγαθό να σας προστατεύει.
magda
ΑπάντησηΔιαγραφήΜάγδα μου αν είσαι πάντα καλά και να περάσεις όμορφα και ζεστά. Σε ευχαριστώ για τα λόγια σου και σου εύχομαι όλα τα καλά και προπαντός Υγεία και αγάπη!
@Κωνσταντίνος Κόλιος
ΑπάντησηΔιαγραφήΣύντροφε κύριε...καθηγητά μου σας υπόσχομαι να προσπαθήσω περισσότερο αν με περάσετε εφέτος! χα χα χα χα
Εμένα λες μικρούλη βρε μωρό με τις πάνες ακόμη;
Γεια σου Κωνσταντίνε φίλε μου. Να περάσεις όμορφα και με θαλπωρή!
Χριστόφορέ μου!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτη Χαρά σου και στην όλη οικογένειά σου,
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!
Ευχαριστώ που με σκέπτεσαι,
ΘΑ ΕΠΑΝΕΛΘΩ; τ΄ακούς;
Με την αγάπη μας,
Υιώτα-Δημήτρης
Τόσο όμορφη ιστορία!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή Ανάσταση Χριστόφορε σε σένα και στους αγαπημένους σου ανθρώπους!
@AΣΤΟΡΙΑΝΗ
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρόνια πολλά Υιώτα μου και Καλή Ανάσταση! Να είστε όλοι καλά!
@Γιώργος
Φίλε μου ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια και τις ευχές τις οποίες ανταποδίδω μέσα από την καρδιά μου.
Υγεία να έχετε!
Πολύ συγκινητική η σημερινή σου ιστορία δεν σου κρύβω τα μάτια μου δάκρυσαν!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτές οι μέρες είναι πολύ δυνατές αλλά έχεις και τον τρόπο σου να τις αποκορυφώνεις!
Εύχομαι ολόψυχα
Χαρούμενη Ανάσταση για σένα και την οικογένειά σου υγεία,αγάπη και ειρήνη για όλους μας!
Κόκκινα ζεστά με τις μυρωδιές της Πασχαλιάς!
Τι όμορφη ιστορία!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή Ανάσταση, με υγεία σε όλη σου την οικογένεια!!!!
Την αγάπη μου!!!
Χριστόφορε Καλή Ανάσταση, υγεία και ευτυχία σε σενα και την οικογένεια σου. Επειδή δεν προλαβαίνω τώρα να διαβάσω την ιστορία σου, υπόσχομαι ότι θα επανέλθω να αφήσω το σχόλιο μου!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤις θερμότερες ευχές μου!!!
Kαλησπέρα Χριστόφορε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΧριστός Ανέστη!
Το πρώτο μέρος της Ιστορίας σου
δυστυχώς συμβαίνει συχνά, πολλοί
Ανθρωποι δείχνουν επιπολαιότητα και το λάθος μιας στιγμής το πληρώνουν σε όλη τους τη ζωή.
Ο ήρωας σου ήταν τυχερός στην ατυχία του και βρήκε τον χαμένο του παράδεισο.
Και αυτό χάρη στην ανωτερότητα της
συντρόφου του!
Εύχομαι να το εκτιμήσει για να μη ξαναβρεθεί στην... κόλαση.
Χρόνια Πολλά με υγεία,σ'εσένα και τους δικούς σου!!!
Χριστόφορε μου...χριστός Ανέστη ...
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι έφερε το μήνυμα του σε εμας....
Μακάρι οι άνθρωποι...να μπορούν να ξεπερνούν τα λάθη -πάθη τους ....
Πολύ όμορφος ο τρόπος που μας το παρουσίασες...
Εύχομαι να περάσεις καλά σήμερα...
Xρόνια πολλά με υγεία ...υγεία.
Χιστόφορε επανέρχομαι για να σου πω ότι ο καλός κλέφτης μπορεί να αργεί, αλλά δεν ξεχνά:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://stixo-mythia.blogspot.com/2012/04/blog-post_15.html
Χριστός Ανέστη!
@zoyzoy
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχουν πράγματι μια φόρτιση τούτες οι μέρες ιδιαίτερα φέτος που τα πράγματα τείνουν να ξεφύγουν από τον οποιονδήποτε έλεγχο. Ίσως μάλιστα και λόγω της έμφυτης σου ευαισθησίας και του πλούτου ψυχής που διαθέτεις να σε άγγιξε το κείμενο τούτο. Σε βεβαιώνω δε ότι αν δεν το έγραφα θα ...έσκαγα.
Πολύ όμορφη η καρτούλα σου και πολύ τρυφερή.
Σου στέλνω σήμερα τα γλυκύτερα μου καθώς χθες από ζάχαρη και σοκολάτα και άλλα γλυκά ...δεν έχω παράπονο!
Να είσαι πάντα καλά. Πάντα με την μεγάλη ψυχή σαν την θάλασσα που λατρεύεις.
@stavroulazerva
ΑπάντησηΔιαγραφήΚορίτσι μου σε ευχαριστώ πολύ και σου εύχομαι με την σειρά να είσαι καλά και να δημιουργείς γιατί έχεις όλα τα συστατικά που χρειάζονται για αυτό. Περιμένω πολλά από σένα και είμαι βέβαιος ότι θα ξεπεράσεις κάθε προσδοκία. Με τις θερμότερες ευχές μου.
@περήφανη μανιάτισσα
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια μένα το γεγονός ότι πέρασες να μου αφήσεις ένα "λουλουδάκι-ευχή" είναι πολύ σημαντικό. Και ευχαριστώ που με σκέφτηκες. Να έχεις πάντα υγεία και χαρά γύρω σου.
@Frezia
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίμαι βέβαιος ότι το έχει εκτιμήσει. Και είναι πολύ σωστές οι επισημάνσεις σου. Ήθελα να γράψω τούτο το απλό διήγημα γιατί όταν γεννήθηκε στο μυαλό μου και ήθελε να βγει στον αληθινό κόσμο, κάτι μου είπε ότι ίσως να μιλούσε σε φίλες και φίλους με διαφορετικό τρόπο στον καθένα. Και έτσι έγινε.
Υγεία είναι εκείνο το οποίο εύχομαι πρωτίστως και μετά ότι άλλο θετικό ήθελε προκύψει καλοδεχούμενο.
@mia
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρόνια πολλά και καλά σου εύχομαι κορίτσι μου, και όλοι γύρω σου να σε χαίρονται και να του χαίρεσαι. Τώρα θα αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε πόση αξία έχει ένα ζεστό χαμόγελο και αληθινή μεταμέλεια από τα λάθη μας - όσοι έχουμε κάνει-.
Ευχαριστώ πολύ για τις ευχές σου.
@Γιώργο+κλέφτη+ληστή
ΑπάντησηΔιαγραφήχα χα χα. Είσαι απίθανος! Ειλικρινά όμως θα πρέπει να ομολογήσω ότι ουδείς ληστευθείς θα έχει χαρεί όσο χάρηκα εγώ αν και ...."θύμα βάναυσης κλοπής"
Να είσαι καλά φίλε μου. Μετά την ομολογία σου θα αποσύρω την...μήνυση.
Υ.Γ Το πιστεύεις ότι είχα ξεχάσει ότι το είχα αναρτήσει; Να σαι καλά.
Υ.Γ. Υπάρχει δυσκολία στην ανάγνωση του καθώς νομίζω ότι γράμματα είναι σκούρα σε σκούρο φόντο.
Πανέμορφη η ιστορία σου!!! Χριστός Ανέστη και χρόνια πολλά σε σένα και αυτούς που αγαπάς!! Εύχομαι υγεία, χαρά και ηρεμία!!
ΑπάντησηΔιαγραφή@Leviathan
ΑπάντησηΔιαγραφήΦίλε μου σε ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια και τις ευχές σου. Να είσαι πάντα καλά και Υγεία, Αγάπη και Ελπίδα να βασιλεύουν στη ζωή σου.
Χριστός Ανέστη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜοσχομυριστά,απριλιάτικα σε πασχαλινή συσκευασία φιλούθκια που την Κύπρο:))))
Κόπιασε να φάμε φλαούνα!!!
Χριστόφορέ μου, όλα εδώ είναι. Και όλα εδώ πληρώνονται ;)
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρόνια πολλά
@Κυριακή
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτά τα φιλούθκια που την Κύπρο είναι σκέτος θησαυρός. Αν μάλιστα με καταφέρουν και με τραβήξουν να έρθω κατ΄εκεί για φλαούνα και την παρέα μαζί σου, τότε ο θησαυρός είναι ανεκτίμητος!
@ΗΩΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΔυό φράσεις, μεγάλη σοφία!
Χρόνια σου πολλά Ηώ μου. Να είσαι πάντα καλά!
Χριστος Ανεστη! χρονια πολλα Χριστοφορε! υγεια και ευτυχια σου ευχομαι :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ Χριστόφορέ μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕύχομαι να περάσατε όμορφα το Πάσχα, μας έκανε και καλό καιρό.
Με την αγάπη μου!
Υ.Γ.
Ξαναδιάβασα και το διήγημά σου. Τι ωραίο που είναι!!! Βάλσαμο για την ψυχή!!!
Έχω τα δικά μου, έχω κι εσένα να μου "γυαλίζεις" μονίμως τα μάτια!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ για το καλό που κάνεις στην ψυχή μου!
Χρόνια πολλά!Χριστός Ανέστη και κυρίως μέσα μας!!!
Χριστός Ανέστη Χριστόφορέ μου! Χρόνια Πολλά σε σένα και την οικογένειά σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο Καμηλό Παλτό, πραγματικά με συγκίνησε...με τον πιο όμορφο τρόπο έστειλες το μήνυμα των άγιων ημερών!
Μας ευχαριστείς για το καλό που σου χαρίζουμε, τότε εμείς πόσα ευχαριστώ πρέπει να σου πούμε για όμορφες ιστορίες που εσύ μας χαρίζεις?!
@Μαρία Γκούμα
ΑπάντησηΔιαγραφήΘεμότατα ευχαριστώ για τις ευχές και την επίσκεψη. Να είσαι πάντα καλά κορίτσι μου!
@Ροδούλα
Αληθώς Ροδούλα μου! Με όλη την μου ψυχή σας εύχομαι να χαίρεστε το ύψιστο αγαθό της υγείας αλλά και της αγάπης των γύρω σας.
@porcupine
ΑπάντησηΔιαγραφήΠλασματάκι με τα αγκαθάκια δεν ήξερα ότι είχα το υλικό που "γυαλίζει τα μάτια" των φίλων μου.
Αν δε επιδρώ στην ψυχή σου με τον τρόπο που λες, πρέπει να ξέρεις ότι αυτό έχει αμφίδρομη ροή!
Πολύ όμορφη, σοφή και αληθινή είναι η ευχή με την οποίαν κλείνεις το σχόλιο σου! Την υιοθετώ με την άδειά σου!
@kariatida
Επέστρεψες! Γεγονός σημαντικό για όλους μας εδώ Tida!
Αν πάντως αρχίσουμε εδώ μέσα (στην μπλογκογειτονιά μας) να ευχαριστεί ο ένας τον άλλον για όσα εισέπραξε, τότε να ανοίξουμε το βιβλίο των.... Ευχαριστιών! Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όσο καιρό γνωριζόμαστε έχουμε ανταλλάξει πλούτο ανεκτίμητο που δεν θα τον είχαμε αλλιώς!
Χρόνια σου πολλά και καλά και εσένα.Χάρηκα πολύ που ξαναγύρισες!
Γειά σας κύριε Χριστόφορε!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι κάνεται;;;; Θα ήθελα να σας πω πως σας προσκάλεσα σε ενα παιχνίδι που το είχε στο βιβλίο της τετάρτης τάξης και μου άρεσε πάρα πολύ!!
Θα ήθελα να παίξεταί να διασκεδάσεται όσο πιο πολύ μπορείται και μετά να μου πείτε την γνώμη σας... Θα χαρώ πολύ αν θα σας αρέσει το παιχνιδι μου!!!
@Κουκουλόσπιτο
ΑπάντησηΔιαγραφήΠήγα και έπαιξα και το διασκέδασα. Νάσαι καλά. Ξανάγινα παιδί!
Χάρηκα πολύ!!!! Σας ευχαριστώ πού που μου κάνατε την τιμή να παίξετε στο παιχνιδι μου.... Γειά σας και να είστε καλά!!!! Πολλά φιλιά!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΧριστός Ανέστη!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑργησα λίγο αλλά ακόμη δεν το λέμε αν δεν κάνω λάθος;
Η πιο όμορφη ιστορία για εκείνες τις μέρες! Πραγματικά!
Με συγκίνησες!!