Ήταν μαζεμένοι γύρω από το κρεβάτι του. Το σοκ του ξαφνικού νέου που τους είχε φέρει εκεί ήταν ακόμη πολύ φρέσκο. Δεν μπορούσαν να συνειδητοποιήσουν τι είχε συμβεί, κι ας τον έβλεπαν να κείτεται στο κρεβάτι του εκεί, ανάσκελα με ανοιχτά τα μάτια που δεν κοιτούσαν πια τίποτα.
Ο γιος του ήταν ο πρώτος που είχε φτάσει μετά το τηλεφώνημα της μητέρας του ότι ο πατέρας του πέθανε ξαφνικά, στεκόταν αμίλητος και κοιτούσε τον άνθρωπο τον οποίον λίγες ώρες μόνο πριν, είχε μεταφέρει με το αμάξι του στο σπίτι για μεσημεριανό. Η μπάσα φωνή του αντηχούσε ακόμη στα αυτιά του όταν κατά την διάρκεια της σύντομης διαδρομής από το μαγαζί στο σπίτι, κουβεντιάζανε για τις πρόσφατες εκλογές.
Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι δεν θα τον ξανάκουγε ποτέ πια. Βούρκωσε.
Γύρω από το κρεββάτι του νεκρού είχαν τώρα έρθει και άλλοι. Ο αδελφός του νεκρού που ήταν και γιατρός στεκόταν και κείνος χλωμός εκεί δίπλα στο κρεβάτι και κοίταζε τον άνθρωπο με τον οποίον μεγάλωσαν μαζί στη μακρινή χώρα που γεννήθηκαν. Πόσες αναμνήσεις περνούσαν τώρα με ταχύτητα κινηματογραφικών σκηνών μέσα απ τον νου του.
Η γυναίκα του που είχε υποστεί το ισχυρό σοκ να τον βρει σε αυτή την κατάσταση ήταν καθισμένη στην πολυθρόνα δίπλα στο κρεββάτι. Τον κοιτούσε συνεχώς σαν να μη πίστευε πως ο άνθρωπος με τον οποίον είχαν ζήσει σαράντα χρόνια μαζί, τώρα ξαπλωμένος εκεί στο κρεβάτι τους, είχε καρφωμένα τα απλανή μάτια του στο ταβάνι.
Οι δυο του κόρες δεν ήθελαν να είναι μέσα στο δωμάτιο. Προφανώς θέλανε να θυμούνται τον μπαμπά τους όπως ήταν λίγες ώρες πριν, όταν τον έβλεπαν να παίζει με εγγονάκια του.
Ο πατριός του νεκρού, ήταν ο μόνος που έκλαιγε και ταυτόχρονα έψελνε χαμηλόφωνα.
Είχε πια βραδιάσει για τα καλά και ένα βοριαδάκι είχε σηκωθεί και κουνούσε απαλά τις κουρτίνες της μπαλκονόπορτας.
Κάποια στιγμή ο αδελφός του νεκρού, ο γιατρός, είπε χαμηλόφωνα στον γιο:
«Πήγαινε και κλείσε του τα μάτια. Έτσι πρέπει.»
Ο γιος γύρισε κοίταξε και τον θείο του. Εκείνος κούνησε καταφατικά το κεφάλι του και απλώνοντας το χέρι του το ακούμπησε στην πλάτη του ανιψιού του και τον έσπρωξε απαλά προς το κρεβάτι, έχοντας ένα θλιμμένο χαμόγελο στα χείλη.
Ο νέος, δίστασε για λίγο, αλλά μετά έκανε ένα βήμα προς τον νεκρό πατέρα του, κοίταξε την μητέρα του που τώρα προσπαθούσε να πνίξει έναν λυγμό, και έκανε και το δεύτερο βήμα. Τώρα ήταν πάνω από το κρεββάτι. Έβλεπε τα μάτια του μπαμπά του να κοιτούν στο πουθενά, κι έσκυψε να κάνει την κίνηση να τα κλείσει, έτσι όπως είχε δει στις ταινίες. Το χέρι κατέβαινε αργά - αργά προς το πρόσωπο του νεκρού πατέρα. Λίγο πριν φτάσει να ακουμπήσει τα βλέφαρα, με τον δείκτη και τον αντίχειρα, ο πατέρας του....του έκλεισε πονηρά το μάτι.
Ο γιος τινάχτηκε με τόση ορμή από το κρεβάτι του, που πήγε να πέσει στο πάτωμα και χτύπησε το κινητό του. Κοιτάζει την οθόνη.
Ήταν ο πατέρας του!
«Έλα βρε μπαμπά! Έλα βρε μπαμπά! Έλα βρε μπαμπά!» φώναζε στο τηλέφωνο ο γιος.
«Μα τι έπαθες; Γιατί φωνάζεις; Σε ξύπνησα μήπως;» ρώτησε ο πατέρας του
«Τι με ξύπνησες ρε μπαμπά! Όλη νύχτα έβλεπα ότι είχες πεθάνει. » είπε ο γιος ενώ βροντοχτυπούσε η καρδιά του.
«Και ξύπνησες απότομα ε;» είπε ο πατέρας του
«Τι απότομα βρε μπαμπά. Έσκυβα από πάνω σου για να σου κλείσω τα μάτια, κι εσύ μου έκλεισες πονηρά το μάτι. Α! βρε μπαμπά! »
Ο μπαμπάς του, εγώ δηλαδή έσκασα στα γέλια και αποφάσισα να γράψω τούτη την μικρή αληθινή ιστοριούλα.
Άκου του έκλεισα πονηρά το μάτι.... αν και νεκρός!
Γελούσα τόσο πολύ που τα μάτια μου τρέχαν δάκρυα. Ο γιος μου με άκουγε για λίγο να γελάω δίχως να μιλάει. Κάποια στιγμή, μου λέει:
«Μπαμπά μπορώ να σου πω κάτι; »
«Και βέβαια μπορείς.» του απαντώ γελώντας πάντα.
«Με συγχωρείς βρε μπαμπά, αλλά είσαι γάιδαρος!» είπε. Δεν είχε κι άδικο το παιδί! χα χα χα
Ο γιος του ήταν ο πρώτος που είχε φτάσει μετά το τηλεφώνημα της μητέρας του ότι ο πατέρας του πέθανε ξαφνικά, στεκόταν αμίλητος και κοιτούσε τον άνθρωπο τον οποίον λίγες ώρες μόνο πριν, είχε μεταφέρει με το αμάξι του στο σπίτι για μεσημεριανό. Η μπάσα φωνή του αντηχούσε ακόμη στα αυτιά του όταν κατά την διάρκεια της σύντομης διαδρομής από το μαγαζί στο σπίτι, κουβεντιάζανε για τις πρόσφατες εκλογές.
Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι δεν θα τον ξανάκουγε ποτέ πια. Βούρκωσε.
Γύρω από το κρεββάτι του νεκρού είχαν τώρα έρθει και άλλοι. Ο αδελφός του νεκρού που ήταν και γιατρός στεκόταν και κείνος χλωμός εκεί δίπλα στο κρεβάτι και κοίταζε τον άνθρωπο με τον οποίον μεγάλωσαν μαζί στη μακρινή χώρα που γεννήθηκαν. Πόσες αναμνήσεις περνούσαν τώρα με ταχύτητα κινηματογραφικών σκηνών μέσα απ τον νου του.
Η γυναίκα του που είχε υποστεί το ισχυρό σοκ να τον βρει σε αυτή την κατάσταση ήταν καθισμένη στην πολυθρόνα δίπλα στο κρεββάτι. Τον κοιτούσε συνεχώς σαν να μη πίστευε πως ο άνθρωπος με τον οποίον είχαν ζήσει σαράντα χρόνια μαζί, τώρα ξαπλωμένος εκεί στο κρεβάτι τους, είχε καρφωμένα τα απλανή μάτια του στο ταβάνι.
Οι δυο του κόρες δεν ήθελαν να είναι μέσα στο δωμάτιο. Προφανώς θέλανε να θυμούνται τον μπαμπά τους όπως ήταν λίγες ώρες πριν, όταν τον έβλεπαν να παίζει με εγγονάκια του.
Ο πατριός του νεκρού, ήταν ο μόνος που έκλαιγε και ταυτόχρονα έψελνε χαμηλόφωνα.
Είχε πια βραδιάσει για τα καλά και ένα βοριαδάκι είχε σηκωθεί και κουνούσε απαλά τις κουρτίνες της μπαλκονόπορτας.
Κάποια στιγμή ο αδελφός του νεκρού, ο γιατρός, είπε χαμηλόφωνα στον γιο:
«Πήγαινε και κλείσε του τα μάτια. Έτσι πρέπει.»
Ο γιος γύρισε κοίταξε και τον θείο του. Εκείνος κούνησε καταφατικά το κεφάλι του και απλώνοντας το χέρι του το ακούμπησε στην πλάτη του ανιψιού του και τον έσπρωξε απαλά προς το κρεβάτι, έχοντας ένα θλιμμένο χαμόγελο στα χείλη.
Ο νέος, δίστασε για λίγο, αλλά μετά έκανε ένα βήμα προς τον νεκρό πατέρα του, κοίταξε την μητέρα του που τώρα προσπαθούσε να πνίξει έναν λυγμό, και έκανε και το δεύτερο βήμα. Τώρα ήταν πάνω από το κρεββάτι. Έβλεπε τα μάτια του μπαμπά του να κοιτούν στο πουθενά, κι έσκυψε να κάνει την κίνηση να τα κλείσει, έτσι όπως είχε δει στις ταινίες. Το χέρι κατέβαινε αργά - αργά προς το πρόσωπο του νεκρού πατέρα. Λίγο πριν φτάσει να ακουμπήσει τα βλέφαρα, με τον δείκτη και τον αντίχειρα, ο πατέρας του....του έκλεισε πονηρά το μάτι.
Ο γιος τινάχτηκε με τόση ορμή από το κρεβάτι του, που πήγε να πέσει στο πάτωμα και χτύπησε το κινητό του. Κοιτάζει την οθόνη.
Ήταν ο πατέρας του!
«Έλα βρε μπαμπά! Έλα βρε μπαμπά! Έλα βρε μπαμπά!» φώναζε στο τηλέφωνο ο γιος.
«Μα τι έπαθες; Γιατί φωνάζεις; Σε ξύπνησα μήπως;» ρώτησε ο πατέρας του
«Τι με ξύπνησες ρε μπαμπά! Όλη νύχτα έβλεπα ότι είχες πεθάνει. » είπε ο γιος ενώ βροντοχτυπούσε η καρδιά του.
«Και ξύπνησες απότομα ε;» είπε ο πατέρας του
«Τι απότομα βρε μπαμπά. Έσκυβα από πάνω σου για να σου κλείσω τα μάτια, κι εσύ μου έκλεισες πονηρά το μάτι. Α! βρε μπαμπά! »
Ο μπαμπάς του, εγώ δηλαδή έσκασα στα γέλια και αποφάσισα να γράψω τούτη την μικρή αληθινή ιστοριούλα.
Άκου του έκλεισα πονηρά το μάτι.... αν και νεκρός!
Γελούσα τόσο πολύ που τα μάτια μου τρέχαν δάκρυα. Ο γιος μου με άκουγε για λίγο να γελάω δίχως να μιλάει. Κάποια στιγμή, μου λέει:
«Μπαμπά μπορώ να σου πω κάτι; »
«Και βέβαια μπορείς.» του απαντώ γελώντας πάντα.
«Με συγχωρείς βρε μπαμπά, αλλά είσαι γάιδαρος!» είπε. Δεν είχε κι άδικο το παιδί! χα χα χα
Να χαίρεσαι το παληκάρι σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ θάνατος όταν υπάρχει μέσα στα όνειρα αντέχεται.
Στην πραγματικότητα ίσως είναι από τα πιο οδυνηρά πράγματα
για τους αγαπημένους μας.
Καλή σου μέρα
@FLORA GIA Έχεις απόλυτο δίκιο Φλώρα. Όλοι μας έχουμε ζήσει τέτοιες στιγμές. Καμιά φορά το να τις ξορκίζουμε με λίγο γέλιο κάνει καλό. Σε ευχαριστώ Φλώρα μου για τον καλό σου λόγο και την ευχή σου.
Διαγραφήχαχαχα!
ΑπάντησηΔιαγραφήπηγε η ψυχη του στη κουλουρη! :)
να τον χαιρεσαι! καλημερα!
@ΕΚΦΡΑΣΟΥ Σε ευχαριστώ πολύ και χαίρομαι που γέλασες ...μετά που γύρισε η ψυχή σου από την Κούλουρη! χα χα χα
ΔιαγραφήΚαλό σου απόγευμα.
Επιτέλους μου επέτρεψε το σκασμένο να μπω μετά από τόσο καιρό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΧριστόφορέ μου, ο θάνατος στα όνειρα σημαίνει μακροζωία, θα σε χαιρόμαστε λοιπόν για πολλά πολλά χρόνια!!!
Σου οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ που αποφάσισες να γράψεις τις ιστορίες ζωής, αυτές που μου έκοβαν την ανάσα. Δίκαια επέμενα, ε;
Να είναι καλορίζικο, καλοτάξιδο, ν' αγαπηθεί και να συναρπάσει!
Θα στολίσει το ταπεινό μου blog κάνοντας παρέα στο διάδρομο και θα το αποκτήσω υπογεγραμμένο κι αυτό στην παρουσίαση.
Την αγάπη μου και πολλές ευχές!
@Mary Μα τι το είχε πιάσει το "σκασμένο". Θα το δείρω! χα χα χα
ΔιαγραφήΔεν μπορείς να φανταστείς πόση χαρά μου δίνεις με τα λόγια σου αλλά ακόμη πιο μεγάλη είναι η χαρά μου με την προοπτική ότι θα σε δω.
Δίκιο έχεις. Δίκαια επέμενες!
Να είσα πάντα καλά κορίτσι μου.
Κοίτα γιατί δεν μου ταιριάζει απο την αρχή τέτοιο ανατριχιαστικό κείμενο με την γραφή του στιλ σου...
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ φόβος και το υποσυνείδητο μας κάνει κόλπα σαν παιχνίδι!
Ευτυχώς που στο τέλος ήταν μόνο εφιάλτης!
Un fuerte abrazo, amigo. Me tomo un café a tu salud. ¡¡Qué susto!!
@censurasigloXXI
ΔιαγραφήΈχεις δίκιο! Αλλά μόλις μου είπε ο γιος μου για το όνειρό του βάλαμε στοίχημα ότι σε μια μέρα θα το έκανα διήγημα. Και τα κατάφερα. Λίγο ανατριχιαστικό είναι η αλήθεια. Καμιά φορά το μαύρο χιούμορ λυτρώνει την ψυχή μας από άλλα άγχη.
Yo bebo un jugo fresco de amargo para tu salud.!!!
Εξαιρετική προεκλογική ιστορία, αυτό σκέφτηκα και είπα, πάει του σπάσανε και αυτουνού τα νεύρα και βάλθηκε να μας αποτελειώσει!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλά, σε μάθαμε πια άτιμο αγόρι... γι αυτό και σου κλείνουμε και το άλλο μάτι! ;-)
ΑΦ! με ότι επιθυμεί η καρδούλα σου! :)))
@Άιναφετς
Διαγραφήχα χα χα Δεν έχεις άδικο για το σπάσιμο των νεύρων. Πολύ μου αρέσει αυτό το "άτιμο αγόρι" που γράφεις. Με ξανάκανες τριαντάρη. Ας κλείνουμε λοιπόν το μάτι μεταξύ μας και ίσως καταλάβουμε όλοι μας ότι στο ίδιο καζάνι βράζουμε.
Η καρδούλα μου επιθυμεί να έχει τα ΑΦ της τακτικά!!
χαχαχαχα Ακομα και στις πιο δυσκολες καταστάσεις δεν θα εχανες ποτέ το χιουμορ σου Χριστόφορε, αυτό μαλλον το ήξερε ο γιος σου και ειδε αυτο το καταπληκτικό ονειρο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα σαι παντα καλά όντως ο θανατος στα όνειρα σημαινει το αντιθετο, μακροζωία, λέει ο λαος.
Σε φιλω.